Μιας και το διάλειμμα λόγω εθνικών μας δίνει το πάτημα για περαιτέρω αναλύσεις και συζητήσεις, μάλλον είναι καλή στιγμή να δούμε σε μεγαλύτερο βάθος τις δύο εμφανίσεις της Εθνικής Ελπίδων στο διάστημα 25-29 Μαρτίου. Κόντρα σε Λιχτενστάιν και Πορτογαλία αντίστοιχα.
Πριν μπω στο… ψητό θα ήθελα να ξεκαθαρίσω πως κρίνω με υποκειμενικά κριτήρια και όχι με οπαδικό τόνο. Το θέμα μας είναι η Εθνική. Η ομάδα όλων των Ελλήνων, που όταν αγωνίζεται, παύουν να υφίστανται οι έχθρες των «χρωμάτων».
Κατ’ αρχάς τα δείγματα γραφής από το πρώτο ματς είναι λίγα. Ειδικά όσον αφορά την αμυντική λειτουργιά δεν μπορεί να γίνει κουβέντα, εφόσον η ομάδα απειλήθηκε μόλις δύο φορές. Κατά τα άλλα, η Εθνική μας είχε την κατοχή, κράτησε μπάλα και έκλεισε τον αντίπαλο στο 1/3 του γηπέδου. Με ένα αλλόκοτο 3-5-2 χωρίς καθαρά μπακ-χαφ και μια υπερφορτωμένη μεσαία γραμμή, ο Γιώργος Σίμος προσπάθησε να χτίσει τις επιθέσεις αργά. Σχεδόν βασανιστικά! Η μπάλα κυλούσε κατά κύριο λόγο στο ημικύκλιο της περιοχής, επιχειρήθηκαν γεμίσματα από κοντινή απόσταση και σέντρες, ενώ η Εθνική κέρδισε αρκετά κόρνερ, εκ των οποίων το ένα ήταν αυτό που άνοιξε το σκορ, χάρη στην έξυπνη προβολή του Νίκου Μιχελή. Highlight της αναμέτρησης τα δύο γκολ του Τζόλη και η εκπληκτική ασίστ του Σουρλή με τακουνάκι στο πρώτο. Χειρότερος αποδοτικά ήταν ο Γιάννης-Φοίβος Μπότος, αφού έχασε πολλαπλές ευκαιρίες για να σκοράρει. Γι’ αυτό άλλωστε αποφασίστηκε να μην αγωνιστεί στο ματς με την Πορτογαλία ο νεαρός επιθετικός των Go Ahead Eagles.
Σήμερα ομολογώ πως είδα καλύτερο παιχνίδι από τους διεθνείς μας! Ηττήθηκαν μεν με το βαρύ 0-4 από την έτερη διεκδικήτρια της πρωτιάς, έδειξαν ένα δε ένα εξαιρετικό πρόσωπο, υστερώντας ωστόσο στο γκολ. Προφανώς και η Ελλάδα ουδέποτε ήταν χώρα ικανή να παραγάγει πληθώρα επιθετικών. Αυτό αποδείχθηκε ακόμα μια φορά στο ματς με την Πορτογαλία. Ο Ιωαννίδης δεν μοιάζει έτοιμος να αντιμετωπίσει αντιπάλους στο επιπέδο (παραδείγματος χάρη) της Πορτογαλίας. Ορισμένες αργές κινήσεις και λανθασμένες εκτιμήσεις του στέρησαν την ευκαιρία να ξεχυθεί – έστω μία φορά – στην αντεπίθεση. Αυτό το προσπάθησε ο Τζόλης, όμως φάνηκε να μην έχει υποστήριξη από τα άκρα, με αποτέλεσμα να ελαττώνει ταχύτητα και να ψάχνει λύσεις πιο πίσω. Μέτρια εμφάνιση και από τον Ζαγαρίτη της Πάρμα, ο οποίος μέτρησε κάμποσες κακές επιλογές σε οριζόντιες πάσες, δίνοντας με αυτόν τον τρόπο κατοχές στους Πορτογάλους.
Στους καλούς της βραδιάς συγκαταλέγονται αρκετοί. Ο Σουρλής δημιουργικά ήταν άρτιος, κέρδισε δεκάδες μονομαχίες, ο Ευθύμης Χριστόπουλος ήρθε από τον πάγκο και έβαλε πολλά προβλήματα στην αριστερή πτέρυγα του αντιπάλου, ο Μιχελής με τον Γιάννη Χριστόπουλο κρατούσαν για ώρα τον Φάμπιο Σίλβα (εξτρέμ της Wolves) μακριά από την εστία του Τζολάκη και φυσικά ο ίδιος ο τερματοφύλακας του Ολυμπιακού Β’, ο οποίος αποσόβησε το κακό πολλές φορές και μάλιστα χρειάστηκε να επέμβει ενστικτωδώς σε ορισμένες φάσεις των Ιβήρων. Όσο για τον Τσιγγάρα, ο νεαρός του ΠΑΟΚ έκανε το καθήκον του, αν και τα βρήκε “σκούρα” σε κάποιες μεμονωμένες στιγμές με τον αρχηγό Βιέιρα.
Το παιχνίδι της Εθνικής Ελπίδων άρεσε. Άρεσε το πάθος και το πνεύμα της. Τα παιδιά κυνήγησαν το γκολ έστω και για την “τιμή των όπλων” μέχρι το τελευταίο λεπτό. Έπαιξαν ελκυστικό ποδόσφαιρο, με ψυχή και συγκέντρωση. Αυτό που φάνηκε βέβαια είναι η κακή χημεία. Ως μονάδες οι παίκτες της Εθνικής Ελπίδων είναι εντυπωσιακοί. Όταν όμως φτάνει στιγμή να αγωνιστούν σε ένα παιχνίδι αυξημένων απαιτήσεων, όπως αυτό με την Πορτογαλία, οι αυτοματισμοί εμφανίζουν..παραγάδια και η συνεννόηση μεταξύ τους γίνεται διπλά δυσκολότερη. Θα μου πείτε, το χρονικό διάστημα που έχουν κάθε φορά στη διάθεσή τους για να δουλέψουν είναι ελάχιστο. 10 μέρες; Στην καλύτερη των περιπτώσεων! Κάποιος άλλος θα ισχυριστεί ότι, αντίστοιχα, στην Πορτογαλία δεν προέκυψε τέτοιο πρόβλημα, όμως κάθε σύγκριση με μια υπερδύναμη σε επίπεδο Κ21 θα πάει στο κενό. Η ομάδα της Ιβηρικής διαθέτει ένα ρόστερ που πολύ εύκολα κοιτά στα “μάτια” ακόμη και την Εθνική Ανδρών μας, αφού απαρτίζεται από πρωτοκλασάτα αστέρια της Πόρτο και της Μπενφίκα, αλλά και πρωταγωνιστές σε ομάδες των υψηλότερων πρωταθλημάτων. Η ποιότητά της είναι αναμφισβήτητη και η ποικιλοτροπία στο στυλ παιχνιδιού της άξια θαυμασμού.
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι αυτό που λείπει από την Εθνική Ελπίδων είναι: Το γκολ, η χημεία και οι σωστές αποφάσεις. Ο κόουτς Σίμος έχει όλον τον χρόνο να τα επεξεργαστεί και να παρουσιάσει ένα ανταγωνιστικό σύνολο στα μπαράζ!